Ζωντανοί ναοί του Θεού

Ὑμεῖς ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος

Β’ Κορ. 6,16

Ανυπολόγιστη είναι η αξία του ανθρώπου, που βαπτίζεται και γίνεται έτσι μέλος της Εκκλησίας του Θεού. Τονίζει ο απόστολος Παύλος στην αποστολική περικοπή προς τους Κορινθίους: «Ὑμεῖς ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός».
Να μιά αληθινά μεγάλη τιμή! Να μιά ύψιστη δωρεά και χάρη! Οι μικροί και αδύνατοι άνθρωποι να γίνονται κατοικητήριο του άπειρου και άγιου και παντοδύναμου Θεού. Και μέσα σ’ αυτό το ζωντανό ναό να κατοικεί ο Θεός και να περιπατεί μαζί τους και να τους χειραγωγεί. Και περισσότερο: Ο Θεός να είναι Πατέρας τους και αυτοί παιδιά του Θεού, γιοί του Θεού, θυγατέρες του Θεού. Να Τον νιώθουν κοντά τους, πάντοτε βοηθό και προστάτη, Πατέρα στοργικό. Να Τον αισθάνονται οδηγό και εμπνευστή, κυβερνήτη της ζωής τους. Να απευθύνονται προς Αυτόν με όλη τη θέρμη της ψυχής τους, να Τον προσφωνούν Πατέρα τους: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Και να γεμίζει η ψυχή από πνευματική αγαλλίαση. Και να αντλεί πίστη, ελπίδα, ανεξάντλητη δύναμη και σοφία. Να βγαίνει πάνοπλος ο πιστός στον αγώνα της ζωής, και να αναδεικνύεται νικητής όλων των πειρασμών της αμαρτίας.


Νά, όμως, τώρα μπροστά μας ορθώνεται ένα ερώτημα: Νιώθουμε εμείς οι πιστοί αυτή την υπέροχη τιμή, να είμαστε ζωντανοί ναοί του «ζῶντος Θεοῦ»; Η, μήπως, παραπλανάται η ψυχή
μας από ανθρώπινα μεγαλεία και απολαύσεις αμαρτωλές; Μήπως σκέψεις άτοπες και ένοχες επιθυμίες μολύνουν σώμα και ψυχή και διώχνουν τη χάρη του Θεού; Μήπως διαιρέσεις, ιδιοτέλειες, άνομα συμφέροντα και πράξεις αμαρτωλές απομακρύνουν τον Θεό από την ψυχή μας; Πώς είναι δυνατόν ο Θεός της αγάπης να είναι συγκάτοικος με κάποιον που διατηρεί στην
ψυχή του τη μνησικακία ή την υπεροψία;
Ναι είναι μεγάλα τα δώρα της αγάπης του Θεού, αλλά μεγάλη και η ευθύνη και το χρέος των αληθινά πιστών να κρατούν στην ψυχή τους ένοικο τον Θεό. Αυτό υπογραμμίζει και ο απόστολος Παύλος όταν λέει: «Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ». Αφού έχουμε τέτοιες υποσχέσεις, ότι ο Θεός θα είναι Πατέρας μας και εμείς παιδιά Του, ας καθαρίσουμε τον εαυτό μας, από κάθε αμαρτωλό πράγμα, που μολύνει σώμα και ψυχή. Και αυτό είναι το μεγάλο μας χρέος, το καθήκον το επιτακτικό. Να καθαρίσουμε όχι μιά φορά, αλλά να καθαρίζουμε πάντοτε τον εαυτό μας από κάθε τι ένοχο και αμαρτωλό. Διότι τίποτε άλλο δεν μολύνει σώμα και ψυχή, όσο η αμαρτία. Και πώς να μείνει ο καθαρότατος Θεός σε ακάθαρτη ύπαρξη;
Να καθαρίζουμε τον εαυτό μας. Να φεύγουμε μακριά από την αμαρτία, από τους τόπους της αμαρτίας και της ηθικής φθοράς, από τους ανθρώπους της κακίας και της διαφθοράς. Φεύγετε από πρόσωπα και πράγματα αμαρτωλά, μας λέει ο Θεός. «Ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε». Να καθαρίζουμε το εσωτερικό μας από κάθε μολυσμό με την συνεχή μετάνοια, την ιερή εξομολόγηση και την μετοχή στο μυστήριον της ζωής, την θεία Κοινωνία. Και όχι μόνο να τον καθαρίζουμε, αλλά και να τον αγιάζουμε. Να τον εξαγνίζουμε. Παράλληλα με την απαλλαγή μας από τις αδυναμίες και τα πάθη χρειάζεται να στολίζουμε την ψυχή μας με τις αρετές. Τότε γινόμαστε καθαροί, κατοικητήριο του αγίου Θεού. Απαραίτητη, λοιπόν και βασική προϋπόθεση για να προχωρούμε στην «ἁγιωσύνη ἐν φόβῳ Θεοῦ» είναι η άσκηση της αγάπης. Η αγάπη να κατευθύνει κάθε εκδήλωση της ζωής μας. Γιατί με την αγάπη ολοκληρώνεται η πνευματική μας ζωή και φθάνουμε στην αληθινή αγιότητα.
Και τότε, ποιά τιμή, ποιά χαρά, ποιά δόξα για μας!

Πηγή: Περιοδικό Ζωή, τεύχος Ιανουαρίου 2023

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *